Όταν χάνονται ένα ή περισσότερα δόντια, το οστό της γνάθου που τα στηρίζει αρχίζει να απορροφάται. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική απώλεια οστού, καθιστώντας δύσκολη την τοποθέτηση εμφυτευμάτων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί μεταμόσχευση οστού είτε από τον ίδιο τον ασθενή (αυτόλογο μόσχευμα), είτε από τράπεζα ιστών.
Με την πάροδο του χρόνου, το οστικό μόσχευμα συγχωνεύεται με το υπάρχον οστό, δημιουργώντας μια σταθερή βάση για οδοντικά εμφυτεύματα.
Σε κάποιες περιπτώσεις, το οστικό μόσχευμα και τα εμφυτεύματα μπορούν να τοποθετηθούν στην ίδια επέμβαση, με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση χρόνου.
Η διαδικασία μεταμόσχευσης οστού έχει γίνει πιο απλή χάρη στις εξελίξεις στη γναθοπροσωπική χειρουργική, μειώνοντας τον χρόνο ανάρρωσης και βελτιώνοντας τα αποτελέσματα. Το μόσχευμα, που αποτελείται από μικρά κοκκία οστού, τοποθετείται απευθείας στην περιοχή της γνάθου όπου υπάρχει έλλειμμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ειδικοί αυξητικοί παράγοντες, χρησιμοποιώντας PRP (Πλάσμα πλούσιο σε αιμοπετάλια) και PRF (Ινώδες πλούσιο σε αιμοπετάλια), συνδυάζονται με το μόσχευμα για να επιταχύνουν την επούλωση. Προτείνουμε οι ασθενείς που χρειάζονται οστική μεταμόσχευση να υποβληθούν στη διαδικασία υπό μέθη, με την παρουσία αναισθησιολόγου, για μεγαλύτερη άνεση και ηρεμία.
Ανύψωση του Εδάφους του Ιγμορείου (Sinus Lift)
Η απώλεια των οπίσθιων δοντιών στην άνω γνάθο οδηγεί σε απορρόφηση του οστού που στήριζε τα δόντια και σε διεύρυνση του ιγμορείου άντρου, γνωστού και ως γναθιαίος κόλπος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το ύψος του οστού κάτω από το έδαφος του ιγμορείου να μην είναι αρκετό για να τοποθετηθούν εμφυτεύματα, εκτός αν αυξηθεί το οστό στην περιοχή. Η ανύψωση του εδάφους του ιγμορείου περιλαμβάνει την μετακίνηση της μεμβράνης του ιγμορείου προς τα πάνω και το γέμισμα του κενού που δημιουργείται με οστικό μόσχευμα. Το μόσχευμα τοποθετείται μεταξύ της κοιλότητας του ιγμορείου και του εναπομείναντος οστού, με στόχο τη δημιουργία κατάλληλου οστικού υποβάθρου για την ασφαλή τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων. Υπάρχουν διάφοροι τύποι μοσχευμάτων που χρησιμοποιούνται.
Η τεχνική ανύψωσης του ιγμορείου είναι μια αξιόπιστη χειρουργική μέθοδος για την αύξηση του όγκου της υπολειμματικής ακρολοφίας. Ανάλογα με την προσέγγιση προς τη μεμβράνη του ιγμορείου, μπορεί να είναι κλειστού ή ανοιχτού τύπου.
Στην ανοιχτού τύπου, μετά την αποκάλυψη του πλαϊνού τοιχώματος του ιγμορείου, δημιουργείται ένα οστικό παράθυρο (άνοιγμα), χρησιμοποιώντας φρέζες ή πιεζοτόμο για να προσεγγίσουμε τη μεμβράνη. Αυτή αποκολλάται και μετακινείται προς τα πάνω με ειδικά εργαλεία, επιτρέποντας την τοποθέτηση οστικού μοσχεύματος που οστεοποιείται σε περίπου 6-8 μήνες, προετοιμάζοντας την περιοχή για εμφυτεύματα.
Στην κλειστού τύπου, η προσέγγιση γίνεται χωρίς οστικό παράθυρο, χρησιμοποιώντας ειδικούς οστεοτόμους για την ανύψωση του εδάφους του ιγμορείου και την τοποθέτηση εμφυτευμάτων, με ή χωρίς μοσχεύματα.
Η τοποθέτηση εμφυτευμάτων συγχρόνως, κατά τη διάρκεια της ίδιας χειρουργικής, φάσης είναι δυνατή αν το υπάρχον οστό έχει τουλάχιστον 5 χιλιοστά ύψος.
Διεύρυνση της Φατνιακής Ακρολοφίας
Η απώλεια δοντιών οδηγεί σε απορρόφηση της φατνιακής ακρολοφίας, η οποία μειώνεται τόσο σε ύψος όσο και σε πλάτος, καθιστώντας ανεπαρκές το οστό για την τοποθέτηση εμφυτευμάτων. Υπάρχουν διάφορες τεχνικές διεύρυνσης της φατνιακής ακρολοφίας, που συχνά συνδυάζουν αυτόλογα μοσχεύματα με ετερόλογα ή/και ειδικές μεμβράνες ανάπλασης. Μια πρόσφατη εξέλιξη είναι η χρήση της μεθόδου PRF (Platelet Rich Fibrin), η οποία περιλαμβάνει φυγοκέντρηση του αίματος του ασθενούς για τη δημιουργία μεμβρανών από ινική πλούσιων σε αιμοπετάλια.
 
				