Επιλογή Σελίδας

Νοσήματα Σιελογόνων Αδένων

Οι σιελογόνοι αδένες είναι οι αδένες που παράγουν και εκκρίνουν το σάλιο, το οποίο είναι απαραίτητο για να υγραίνεται το στόμα, για τη διατήρηση της καλής στοματικής υγιεινής και την προστασία των δοντιών από την τερηδόνα. Συμβάλλει επίσης στην ομιλία, στην προετοιμασία των τροφών για μάσηση, στην αφομοίωση των τροφών και στη λειτουργία της γεύσης.

Οι σιελογόνοι αδένες διακρίνονται σε μείζονες (παρωτίδα, υπογνάθιος, υπογλώσσιος) και ελάσσονες, οι οποίοι βρίσκονται διάσπαρτοι στο βλεννογόνο του στόματος, της σκληρής και μαλακής υπερώας, της παρειάς, των χειλιών και του εδάφους του στόματος. Το σάλιο καταλήγει στο στόμα μέσω των μικρών σωλήνων που ονομάζονται εκφορητικοί πόροι των σιαλογόνων αδένων.

Η παρωτίδα παράγει το 25% του σάλιου, ο υπογνάθιος αδένας το 70% και ο υπογλώσσιος αδένας το 5%.

ΜΗ ΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΣΟΙ & ΚΑΛΟΗΘΕΙΣ ΟΓΚΟΙ ΤΩΝ ΣΙΕΛΟΓΟΝΩΝ ΑΔΕΝΩΝ

Σιαλαδένωση

Μη φλεγμονώδης και μη νεοπλασματική κλινική οντότητα, που χαρακτηρίζεται από διόγκωση (συνήθως συμμετρική) των σιελογόνων αδένων. Προσβάλλεται κυρίως η παρωτίδα, έχει όμως περιγραφεί και στον υπογνάθιο, καθώς και στους ελάσσονες σιελογόνους αδένες.

Παρόλο που η αιτιολογία δεν είναι πλήρως γνωστή, σχεδόν πάντα υπάρχει υποκείμενη συστηματική νόσος. Τρεις μεγάλες κατηγορίες νοσημάτων προδιαθέτουν στην εμφάνιση σιαλαδένωσης: α) ενδοκρινικές διαταραχές (σακχαρώδης διαβήτης, διαταραχές επινεφριδίων), β) μεταβολικές διαταραχές (υποθρεψία, αλκοολισμός) και γ) νευρογενείς διαταραχές (αντιχολινεργικά φάρμακα).

Η διαγνωστική προσέγγιση θα πρέπει να κατευθύνεται προς την ανεύρεση συστηματικής νόσου, γι’ αυτό και απαιτείται πλήρης αιματολογικός και βιοχημικός έλεγχος.

Άρση του υποκείμενου προδιαθεσικού παράγοντα συνήθως έχει ως αποτέλεσμα την επάνοδο του αδένα στο φυσιολογικό του μέγεθος. Υποβοηθητικά δρουν τα σιελαγωγά φάρμακα στον αδένα που πάσχει και τα υποκατάστατα σιέλου.

Σιελολιθίαση

Η σιελολιθίαση, ο σχηματισμός δηλαδή λίθων εντός των εκφορητικών πόρων των σιελογόνων αδένων, είναι η κυριότερη αιτία των αποφρακτικών τους νόσων.

Σιελόλιθοι ανευρίσκονται στο 66% των ασθενών με αποφρακτική νόσο των σιελογόνων.

Η σιελολιθίαση απαντάται συχνότερα σε άντρες και η επίπτωσή της κορυφώνεται μεταξύ 4ης και 6ης δεκαετίας της ζωής.

Ο υπογνάθιος προσβάλλεται συχνότερα (80%-90% των περιπτώσεων), η δε προσβολή είναι συνήθως ετερόπλευρη, χωρίς να εμφανίζεται σαφής προτίμηση δεξιά ή αριστερά.

Η διαφορά συχνότητας εμφάνισης λίθων μεταξύ της παρωτίδας και του υπογναθίου οφείλεται μερικώς στην ανιούσα φορά του εκφορητικού πόρου του υπογναθίου και στις οξύτερες γωνίες που σχηματίζονται κατά την πορεία των εκφορητικών πόρων. Ιδιαίτερη σημασία στη συχνότερη εμφάνιση λίθων στους υπογναθίους φαίνεται να παίζει και ο τύπος του εκκρίματος των αδένων αυτών (περισσότερο βλεννώδες).

Σπάνια (0-5%) παρατηρούνται σιελόλιθοι στους υπογλώσσιους και ελάσσονες σιελογόνους αδένες.

Οι σιελόλιθοι προκαλούν απόφραξη της ροής του σιέλου με αποτέλεσμα να προκαλούν  πόνο και οίδημα την ώρα των γευμάτων.

Αν η απόφραξη συνεχιστεί, επέρχεται καταστροφή του αδενικού παρεγχύματος με αποτέλεσμα, πολλές φορές, να απαιτείται αφαίρεση του αδένα.

Σύνδρομο Sjögren 

Το σύνδρομο Sjögren είναι μια χρόνια συστηματική πάθηση και κατατάσσεται στα αυτοάνοσα νοσήματα. Προκαλεί μειωμένη έκκριση από τους τους σιαλογόνους αδένες, τους δακρυϊκούς και τους ιδρωτοποιούς αδένες. Ξηροστομία, τερηδόνα των δοντιών, έλκη στο βλεννογόνο του στόματος, διόγκωση των σιελογόνων αδένων, σιελολιθίαση και σιαλαδενίτιδα είναι πιθανά συμπτώματα. Το σύνδρομο επηρεάζει επίσης την εφύγρανση των οφθαλμών, και μπορεί να προκαλέσει χρόνιες μολύνσεις των οφθαλμών, έλκη του κερατοειδούς και απώλεια της όρασης. Το σύνδρομο Sjögren παρουσιάζεται συχνά σε άτομα που έχουν ρευματοειδή αρθρίτιδα, ερυθηματώδη λύκο, σκληροδερμία και πολυμυοσίτιδα.

ΌΓΚΟΙ ΤΩΝ ΣΙΑΛΟΓΟΝΩΝ ΑΔΕΝΩΝ

Οι όγκοι των σιελογόνων αδένων εμφανίζονται συνήθως ως μια ανώδυνη διόγκωση στο πρόσωπο, στο λαιμό ή στο στόμα.

Κάθε διόγκωση σιελογόνου αδένα θα πρέπει να εξετάζεται. Για τους μεγάλους σιελογόνους αδένες (παρωτίδα, υπογνάθιος) η διερεύνηση γίνεται με αναρρόφηση δια λεπτής βελόνης (FNA) και κυτταρολογική εξέταση.

Οι όγκοι των σιαλογόνων αδένων είναι συνηθέστερα καλοήθεις, αλλά υπάρχει πιθανότητα να είναι και κακοήθεις. Ο σιαλογόνος αδένας στον οποίο εμφανίζονται πιο συχνά όγκοι είναι η παρωτίδα.

Καλοήθεις Όγκοι

Μικτός όγκος (ή Πλειόμορφο αδένωμα)

Ο πιο συνηθισμένος όγκος που αναπτύσσεται στην παρωτίδα. Συνήθως εντοπίζεται στον επιπολής λοβό της παρωτίδας.   Έχει αργή ανάπτυξη και καλοήθη συμπεριφορά. Πιο συχνό σε γυναίκες.

Πλειόμορφα αδενώματα εμφανίζονται και στον υπογνάθιο αδένα και τους ελάσσονες σιαλογόνους αδένες, αλλά με μικρότερη συχνότητα από ότι στην παρωτίδα.

Όγκος του Warthin (ή Θηλώδες Κυσταδενολέμφωμα)

Είναι ο δεύτερος πιο συχνός καλοήθης όγκος της παρωτίδας. Απαντάται σε ηλικιωμένους άνδρες και μπορεί να αναπτυχθεί αμφοτερόπλευρα.

Κακοήθεις όγκοι

Νεοπλασίες κακοήθων όγκων είναι σπάνιοι στους σιαλογόνους αδένες και εμφανίζονται συνήθως μεταξύ των ηλικιών 50 – 60. Ορισμένοι τύποι αυξάνονται γρήγορα και μερικοί είναι αργοί στην ανάπτυξή τους.

Βλεννοεπιδερμοειδές καρκίνωμα

Το βλεννοεπιδερμοειδές καρκίνωμα είναι ο συχνότερος κακοήθης όγκος των σιελογόνων αδένων. Διακρίνεται σε χαμηλού και υψηλού βαθμού κακοήθειας. Τα υψηλού βαθμού κακοήθειας έχουν πιο επιθετική συμπεριφορά και δίνουν συχνότερα απομακρυσμένες μεταστάσεις.

Αδενοκυστικό καρκίνωμα

Το αδενοκυστικό καρκίνωμα είναι ο 2ος σε συχνότητα κακοήθης όγκος των σιελογόνων αδένων. Έχει επιθετική συμπεριφορά, δίνει απομακρυσμένες μεταστάσεις, ενώ εμφανίζει και μια χαρακτηριστική τάση για περινευρική διήθηση.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Επιπολής Παρωτιδεκτομή

Κατά την Επιπολής Παρωτιδεκτομή αφαιρείται υπό γενική αναισθησία τμήμα ή ολόκληρος ο επιπολής λοβός της παρωτίδας, δηλ. το τμήμα της παρωτίδας που βρίσκεται πάνω από το προσωπικό νεύρο και τους κλάδους του. Η επέμβαση γίνεται υπό συνεχή νευροπαρακολούθηση (ειδική συσκευή ανίχνευσης των κλάδων του προσωπικού νεύρου), με σκοπό την προστασία του προσωπικού νεύρου το οποίο νευρώνει τους μύες του προσώπου.

Ολική Παρωτιδεκτομή

Κατά την Ολική Παρωτιδεκτομή αφαιρείται ολόκληρη η παρωτίδα μαζί με τον όγκο. Η επέμβαση εφαρμόζεται σε καλοήθεις όγκους της παρωτίδας που εντοπίζονται στον εν τω βάθει λοβό και σε κακοήθεις όγκους.

Όταν ο όγκος δεν διηθεί το προσωπικό νεύρο, το νεύρο πρέπει να διατηρηθεί. Αφαίρεση του προσωπικού νεύρου απαιτείται μόνο σε περίπτωση που έχει διηθηθεί από τον όγκο.